Μέσα στους επόμενους μήνες θα μετεγκατασταθεί το υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής στο παλιό κτήριο του Μινίον
Έναν χώρο τον οποίο πολλοί θεωρούν ως έναν από τους πλέον ιστορικούς αφού εκεί το αθηναϊκό κοινό έμαθε τι εστί πολυκατάστημα και που μετά την καταστροφική πυρκαγιά και τα προβλήματα που δημιούργησε στην εύρυθμη λειτουργία του παραμένει ένα κτήριο - φάντασμα.
Ποιο όμως είναι αυτό το κτήριο στο οποίο γενιές και γενιές Ελλήνων στέγασαν τα καταναλωτικά τους όνειρα; Πώς φθάσαμε ένα εμπορικό κέντρο-στολίδι για την πρωτεύουσα να μένει κλειστό για τόσα χρόνια και να καταλήγει να γίνεται υπουργείο;
Η ιστορία… ανάποδα
Ήταν Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου του 1980 όταν η ξαφνική πυρκαγιά τύλιξε το Μινιόν. Ο επιχειρηματίας Ιωάννης Γεωργακάς δεν διανοούνταν να αφήσει την προσπάθεια μιας ολόκληρης ζωής να χαθεί μέσα στις φλόγες. Γεννημένος νικητής, αυτομάτως έθεσε τον επόμενο στόχο.
Την αναγέννηση του πρώτου πολυκαταστήματος της πρωτεύουσας. «Θα το ξαναχτίσω ακόμα και με τα ίδια μου τα χέρια» έλεγε στους παρευρισκόμενους. Όμως μπορεί να προσπάθησε, αλλά τελικά η πυρκαγιά υπήρξε η λυδία λίθος της πτώσης του.
Ο Ιωάννης Γεωργακάς υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα για την ελληνική αγορά. Πολλοί σήμερα αναφέρονται στον πρώτο «σοσιαλιστή-επιχειρηματία».
Άλλοι, αναφέρονται σε έναν φιλόσοφο – διανοητή. Δεν είναι τυχαίο πως η ίδια η grande dame του ελληνικού Τύπου Ελένη Βλάχου τον είχε χαρακτηρίσει ως «μεγαλοφυία, που αν ήθελε θα κυβερνούσε τον εμπορικό κόσμο».
Ο δραστήριος επιχειρηματίας γεννήθηκε στην περιοχή της Ολυμπίας στην Αυλώνα Αγουλινίτσας. Σε ηλικία μόλις 12 ετών το 1926, ασθενικός, έρχεται στην Αθήνα με σκοπό να δώσει τη δύσκολη μάχη της επιβίωσης.
Πιάνει δουλειά στο μπακάλικο του θείου του κι αργότερα συνεχίζει το σχολείο στη νυχτερινή σχολή εμποροϋπαλλήλων που είχε διακόψει.
Η …καριέρα του συνεχίζεται ως σερβιτόρος στην Πλατεία Βάθης, ως πωλητής σε πρατήριο τσιγάρων και ως τσιλιαδόρος σε έναν παπατζή. Ο Ιωάννης Γεωργακάς θυμάται στην αυτοβιογραφία του: «Ο «επιχειρηματίας» είχε τέσσερα …νερά (σ.σ. τσιλιαδόροι στα λεγόμενα μόρτικα).
Ένα από αυτά ήμουν κι εγώ. Μόλις βλέπαμε λοιπόν να πλησιάζει κανένας αστυφύλακας του φωνάζαμε …- Σύρμα…κι ο παπατζής τα μάζευε και δρόμο». Οι ταλαιπωρίες του Γεωργακά συνεχίζονται και στον στρατό αφού η δικτατορία Μεταξά δεν τον άφησε σε χλωρό κλαρί.
Κομβικό πρόσωπο στην ιστορία του Μινιόν υπήρξε ο Άγγελος Σεραφειμίδης. Μόλις 25 ετών φθάνει στην Αθήνα από την Αμερική όπου είχε πάει ως μετανάστης.
Με λίγα δολάρια ξεκινάει τη δική του δουλειά. Ένα μικρό περίπτερο, το οποίο όμως δεν επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στα τσιγάρα και τις εφημερίδες όπως συνηθίζεται. Δημιουργώντας βιτρίνες, ξεκινάει να πουλά στυλό, γυαλιά, είδη καπνιστού και γενικότερα μικρά χρήσιμα είδη.
Ο τρόπος που παρουσίαζε τα προϊόντα του σύντομα προκαλεί το ενδιαφέρον τον διερχομένων. Ο Ιωάννης Γεωργακάς ξεκίνησε τη συμμετοχή του στο μικρό κατάστημα ως πλασιέ, όπου με το ποδηλατάκι του προμήθευε με προϊόντα τον μετέπειτα συνεταίρο του.
Ελληνολάτρης ο επιχειρηματίας αργότερα θα αποκαλύψει πως το όνομα Μινιόν το έδωσε η σύζυγος του Σεραφειμίδη και πως δεν αποτελεί όπως όλοι νομίζουν μια ξενόφερτη λέξη. «Το Μινιόν ξεκίνησε από το ομηρικό μινύος που σημαίνει πολύ μικρός» τόνιζε ο κ. Γεωργακάς.
Την πορεία της εταιρείας διέκοψε ο Ελληνο- ιταλικός πόλεμος. Ο επιχειρηματίας τότε βρέθηκε μαζί με τον γνωστό συνθέτη και φίλο του Γιάννη Σπάρτακο να πολεμά στις Πρέσπες. Η διαδρομή του στο μέτωπο μεγάλη. Καλπάκι, Κορυτσά και φυσικά μετά η επιστροφή με τα πόδια.
Σύντομα οι δύο συνεταίροι από το μικρό Μινιόν των Χαυτείων ξεκινούν για το επόμενο άλμα. Το μεγάλο Μινίον της οδού Πατησίων. Είναι το 1944, λίγα χρόνια μετά τις ταλαιπωρίες του πολέμου. Στην πορεία ο Σεραφειμίδης, κουρασμένος να περιμένει αποτελέσματα αποχωρεί και φεύγει για τις ΗΠΑ, αφήνοντας τον Γεωργακά μόνο του στην επιχείρηση. Όμως, η μάχη της Αθήνας οδήγησε στη λεηλασία του καταστήματος από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ.
Πάλι λοιπόν το Μινιόν βρισκόταν προ του φάσματος της καταστροφής κι ας ήταν κι ο ίδιος ο Γεωργακάς μέλος του ΕΑΜ. Σύντομα, το Μινιόν αποκτά έναν ανταγωνιστή.
Επρόκειτο για έναν από τους πλούσιους Αθηναίους της εποχής, το Δημητρόπουλο, ο οποίος, στο πρότυπο του Μινιόν, δημιούργησε το κατάστημα Μπιζού. Η απομίμηση δεν άντεξε, όμως ο επιχειρηματίας είχε εκνευριστεί. Κάπως έτσι, αποφασίζει να καταγγείλει τον Γεωργακά ως δοσίλογο, αφού η εποχή ευνοούσε τις ατεκμηρίωτες καταγγελίες.
Σύντομα πάντως το μεγάλο Μινιόν ξεκινά τη διαδρομή του προς την επιτυχία.
Ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Ιωάννης Λιάπης ανέλαβε τη μορφοποίηση του χώρου και τη δημιουργία βιτρινών στα πρότυπα της Ιταλίας, ενώ ο Γεωργακάς σε μια πρωτότυπη κίνηση καθιέρωσε το κλείσιμο για τρεις εβδομάδες του πολυκαταστήματος εξασφαλίζοντας μάλιστα και πληρωμένες διακοπές στο προσωπικό του στη Ρόδο!
Το κατάστημα φθάνει να είναι το ενδέκατο μεγαλύτερο σε μέγεθος σε όλη την Ευρώπη αφού υλοποιεί συνεχόμενες επεκτάσεις (το 1958, το 1960, το 1963 και το 1965). Η δικτατορία βρίσκει το Μινιόν να είναι το μεγαλύτερο κατάστημα της Αθήνας και να φέρνει σημαντικά κέρδη. Κατά τη διάρκεια των ημερών του Πολυτεχνείου, ο Γεωργακάς βοήθησε δεκάδες φοιτητές να διαφύγουν τη σύλληψη, δίνοντάς τους να φορέσουν ρούχα υπαλλήλων του Μινιόν.
Ο Γεωργακάς, εκτός των άλλων, είχε μεγάλη αδυναμία στην γυμναστική, στο περπάτημα ενώ μέχρι και τα βαθιά του γεράματα, όταν πλέον το Μινιόν είχε αναγκαστεί να κλείσει λόγω προβλημάτων, συνέχιζε να διαβάζει και να γράφει. Κατόπιν το κατάστημα πέρασε στα χέρια της Elmec Sports και μετά η ARCON Constructions ανέλαβε την ανακατασκεύη του.
24h.gr