Το 25% των εργαζόμενων αμείβεται με την ελάχιστη αμοιβή, ενώ κάτω ακόμη και από αυτό το όριο αμείβονται όσοι τελούν υπό καθεστώς «μαύρης εργασίας», σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ).
Την ίδια ώρα, αβέβαιοι για το μέλλον τους δηλώνουν σήμερα οι περισσότεροι νέοι και μάλιστα σε ένα ποσοστό 36% εκτιμούν ότι το επόμενο χρονικό διάστημα το βιοτικό τους επίπεδο θα χειροτερέψει, σύμφωνα με έρευνα του ΚΕΤΑΚ
(Κέντρο Ερευνών, Τεχνολογικής Ανάπτυξης & Καινοτομίας) του Mediterranean College. Ταυτόχρονα το 63% δηλώνει πως είναι πιο σημαντικό γι' αυτούς να αισθάνονται ασφαλείς στη θέση εργασίας τους παρά τα χρήματα που τους εξασφαλίζει.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται από το ΚΕΠΕ χαμηλότερα από τις κατώτατες αμοιβές αμείβεται το 6,2% των εργαζομένων στην Ελλάδα με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, το 25% παίρνει τις ελάχιστες αμοιβές, ενώ με κατώτερες από τις χαμηλότερες αμείβονται εργαζόμενοι που εργάζονται σε καθεστώς αδήλωτης εργασίας, κυρίως μετανάστες, νόμιμοι και παράνομοι.
Η μακροχρόνια ανεργία και αυτή των νέων και γυναικών παραμένει συστηματικά υψηλή παρά τους πολλούς κοινοτικούς πόρους που έχουν διατεθεί για την αντιμετώπιση του φαινομένου, αναφέρεται στην έρευνα του ΚΕΠΕ, η οποία χαρακτηρίζει αναποτελεσματικές τις ακολουθούμενες πολιτικές απασχόλησης. Διαπιστώνεται επίσης ότι η ελληνική αγορά εργασίας παρουσιάζει χαμηλή συμμετοχή και απασχόληση του πληθυσμού των παραγωγικών ηλικιών, ενώ αναφέρονται, σημαντικά κενά στη νομοθεσία για την προστασία των ανέργων και όσων εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας.
Η έρευνα αναφέρει επίσης ότι η εργατική νομοθεσία παρέχει προστασία στις αμοιβές και την απασχόληση μόνο των εργαζόμενων μισθωτών, ενώ δεν προβλέπει πολλά για την προώθηση της ζήτησης εργασίας ή τη μετάβαση εργαζομένων από μια θέση στην αγορά εργασίας σε άλλη. Οι άνεργοι αλλά και οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, δεν αποτελούν υποκείμενα του εργατικού δικαίου. Το θεσμικό πλαίσιο προστατεύοντας μόνο τους ήδη απασχολούμενους στον επίσημο τομέα της οικονομίας και ταυτόχρονα αποθαρρύνοντας τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε αυτόν, ωθεί τα άτομα στην αυτοαπασχόληση ή στην παραοικονομία και υποθάλπει την υποαπασχόληση και ανεργία των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας και όσων έχουν χαμηλά προσόντα. Τέλος, οι άνεργοι, οι μετανάστες και οι μερικώς απασχολούμενοι δεν ασκούν επιρροή στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και στα αποτελέσματά τους.
Οι δείκτες απασχόλησης και ανεργίας, όπως υπογραμμίζεται, έχουν χειροτερεύσει μετά το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης -το 2008- και την κρίση ελλειμμάτων και χρέους του ελληνικού Δημοσίου.
Αβέβαιοι οι νέοι για το μέλλον τους
Αβέβαιοι για το μέλλον τους είναι σήμερα οι περισσότεροι νέοι και μάλιστα σε ένα ποσοστό 36% εκτιμούν ότι το επόμενο χρονικό διάστημα το βιοτικό τους επίπεδο θα χειροτερέψει. Ένα ποσοστό 45,5% δηλώνει ότι ήδη δεν έχει ικανοποιητικό επίπεδο ζωής και δεν βλέπει και κανένα τρόπο να το βελτιώσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 69% δηλώνει ότι σε αυτή τη συγκυρία δεν θα έπαιρνε το ρίσκο να ιδρύσει μια δική του επιχείρηση. Ταυτόχρονα το 63% των εργαζόμενων νέων δηλώνουν πως είναι πιο σημαντικό γι' αυτούς να αισθάνονται ασφαλείς στη θέση εργασίας τους παρά τα χρήματα που τους εξασφαλίζει.
Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγει έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το ΚΕΤΑΚ (Κέντρο Ερευνών, Τεχνολογικής Ανάπτυξης & Καινοτομίας) του Mediterranean College σχετικά με τις επιλογές και τις προτεραιότητες των νέων κάτω από τις επιπτώσεις της Χρηματοπιστωτικής και Οικονομικής Κρίσης. Η έρευνα έγινε τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο σε ένα δείγμα 1.501 νέων, ηλικίας 19-34 ετών, από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τον Πειραιά και τη Γλυφάδα. Όλοι οι ερωτώμενοι είναι προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές Πανεπιστημίων, Τ.Ε.Ι και κολεγίων, εκ των οποίων το 49,5% εργάζεται.
Σύμφωνα με την έρευνα, ένα 20% των νέων είναι σήμερα απαισιόδοξοι για τη ζωή τους και το 42% αβέβαιοι για το τι επιφυλάσσει το μέλλον. Ένα 38% ωστόσο αντιμετωπίζει την προσωπική τους κατάσταση με αισιοδοξία. Μόνον το 16% περιμένει, πάντως, το βιοτικό του επίπεδο να βελτιωθεί την επόμενη χρονιά. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι θα μείνει το ίδιο (48%) και οι υπόλοιποι (36%) ότι θα χειροτερέψει, αν και οι μισοί δηλώνουν ικανοποιημένοι από το σημερινό επίπεδο ζωής τους.
Πάντως, δεδομένης της συγκυρίας οι μισοί νέοι που απάντησαν στην έρευνα (51%) δηλώνουν έτοιμοι να θυσιάσουν ελεύθερο χρόνο για να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της εργασίας, αν και για την πλειονότητα των πτυχιούχων (73%) αποτελεί επιλογή σήμερα η φοίτησή τους σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα. |