- Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος ή Μέγας Κωνσταντίνος ή Άγιος και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος υπήρξε Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 274 μ.Χ. έως τον θάνατό του το 337 μ.Χ..
- Η Φλαβία Ιουλία Ελένη, επίσης γνωστή ως Αγία Ελένη, Ελένη Αυγούστα και Ελένη της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρξε σύζυγος του Κωνστάντιου Α΄ του Χλωρού και μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Γεννήθηκε στη Ναϊσό στις 27 Φεβρουαρίου του 272. Γονείς του Κωνσταντίνου ήταν ο Ρωμαίος Καίσαρας Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός (Aurelius Valerius Constantius) και η Ελένη (μετέπειτα αγία Ελένη, η Ισαπόστολος), κόρη ξενοδόχου.
Έμεινε γνωστός για τρεις κοσμοϊστορικές αποφάσεις του:
- Υπέγραψε το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο θεσπιζόταν η αρχή ανεξιθρησκίας. Έτσι, για πρώτη φορά ο Χριστιανισμός βρισκόταν υπό την προστασία του αυτοκράτορος (σημ. Ο Μ. Κων/νος δεν ανακήρυξε το Χριστιανισμό επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, όπως λανθασμένα αναφέρεται κάποιες φορές. Αυτό το έπραξε αρκετά χρόνια αργότερα ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος). Με την κίνηση αυτή ο διορατικός Μέγας Κωνσταντίνος, συνέχιζε την πολιτική του Γαλέριου, που αντιλαμβανόμενος πως οι διωγμοί κάθε άλλο παρά συνέβαλλαν στην εδραίωση της εσωτερικής ειρήνης (Pax Romana), το 311 μ.Χ. τους κατέπαυσε με διάταγμα και εν συνεχεία στα Μεδιόλανα νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό ως "επιτρεπομένη θρησκεία", οι οπαδοί της οποίας όφειλαν να προσεύχονται στον δικό τους Θεό για την ευτυχία του κράτους.
- Μετέφερε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη.
- Συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας την πλέον καθοριστική δια την μετέπειτα εξέλιξη της Παγκόσμιας Χριστιανικής Εκκλησίας.
Η Ελένη γεννήθηκε το 248 ή το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας. Αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολις, για να τιμήσει τη μητέρα του. Τη χρονολογία γέννησης την συμπεραίνουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC., 3.46) ότι η Ελένη πέθανε σε ηλικία 80 χρονών σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία
Ο γάμος της και η γέννηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου
Στο Δρέπανο πιθανότατα και στο πανδοχείο του πατέρα της, την γνώρισε ο νεαρός τότε Ιλλυριός αξιωματικός Κωνστάντιος Χλωρός και την ερωτεύτηκε (η Ελένη ήταν ονομαστή για την καλλονή της). Όμως και η Ελένη αγάπησε τον ευγενή στρατιωτικό και το 270 μ.Χ. παντρεύτηκαν.
Σε αυτά τα 23 χρόνια γάμου, η Ελένη ακολούθησε το σύζυγό της στη σκληρή στρατιωτική ζωή, σε εκστρατείες στη Γερμανία, τη Βρετανία κ.α. Περίπου το 274, στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νίσσα της Σερβίας), η Ελένη γέννησε το γιο τους, το Μέγα Κωνσταντίνο. Δεν είναι βέβαιο, αν το ζευγάρι απόκτησε κι άλλα παιδιά. Ορισμένες πηγές πάντως, αναφέρουν ότι η Κωνσταντία ήταν κόρη του Κωνστάντιου από την Ελένη κι όχι από τη Θεοδώρα.
Ο Κωνστάντιος με την ανακήρυξή του σε Καίσαρα (το 293) αναγκάσθηκε να διαζευχθεί την Ελένη, λόγω της ταπεινής καταγωγής της, την οποία η ρωμαϊκή νομοθεσία θεωρούσε ασυμβίβαστη για την άνοδο σε υψηλά αξιώματα του κράτους. Η Ελένη έδειξε απόλυτη κατανόηση στο δίλημμα του Κωνσταντίου, ο οποίος υποχρεώθηκε να νυμφευθεί τη θετή θυγατέρα του Αυγούστου της Δύσης Μαξιμιανού Θεοδώρα. Αποσύρθηκε τότε η Ελένη από τον δημόσιο βίο και επιδόθηκε σε ποικίλα έργα φιλανθρωπίας, είχε δε τη συμπαράσταση του υιού της Κωνσταντίνου σε όλους τους σταθμούς της εξέλιξής του
Η Ελένη στην αυλή του Μεγάλου Κωνσταντίνου
O Κωνσταντίνος μετά το θάνατο του πατέρα του ανακηρύσσεται από τους στρατιώτες στο Γιορκ της Μ. Βρετανίας Καίσαρας, οπότε και καλεί τη μητέρα του κοντά του. Έτσι, η Ελένη βρίσκεται στην αυλή του γιου της στους Τρεβήρους (σημερινή Trier της Γερμανίας) και στη Ρώμη. Σχετικές ενδείξεις για τη διαμονή της στη γερμανική επαρχία της αυτοκρατορίας αποτελούν τα ερείπια και οι τοιχογραφίες του ανακτόρου της Τρηρ. Στη Ρώμη μετέβη πιθανόν μετά τη νίκη του Μ. Κωνσταντίνου στη Μιλβία Γέφυρα, όπου ηττήθηκε ο Μαξέντιος.
Έζησε από κοντά όλη την εξελικτική πορεία του Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αύγουστος, Αυτοκράτορας) και κάτι ακόμη πιο σημαντικό, το περίφημο όραμα του μεγάλου Κωνσταντίνου το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας: το φωτεινό σταυρό με την επιγραφή «εν τούτω νίκα».
Τότε, η Ελένη πρέπει να έλαβε το χριστιανικό βάπτισμα, σε ηλικία 60 περίπου ετών, έπειτα από πολυετή κατήχηση, προετοιμασία και αφοσίωση στα διδάγματα του χριστιανισμού. Αντιμετωπίζεται με πολύ σκεπτικισμό η πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC, 3.47) ότι ήταν ο Κωνσταντίνος που οδήγησε την Ελένη στο χριστιανισμό, κυρίως αν λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος, όσο κι αν προστάτεψε το Χριστιανισμό και σταμάτησε τους διωγμούς, ασπάστηκε τη νέα θρησκεία πολύ αργότερα στη ζωή του και βαπτίστηκε χριστιανός λίγο πριν το θάνατό του.
Στην αυτοκρατορική αυλή, η Ελένη πρέπει να κατείχε εξέχουσα θέση. Ήδη πριν το 324, ο Mέγας Κωνσταντίνος της είχε απονείμει τον τίτλο της Nobilissma Femina και έκοψε νομίσματα με τη μορφή της. Μετά το 324 κι αφού νίκησε τον αντίπαλό του Λικίνιο, την ονόμασε Αυγούστα. Ακόμη, στο Φόρο της Κωνσταντινούπολης, ύψωσε τις στήλες «Κωνσταντίνου και Ελένης».
Σύμφωνα με παλαιά βυζαντινή παράδοση, η ιστορική πορεία της μεγαλονήσου μας Κύπρου σηματοδοτήθηκε ανεξίτηλα από την εδώ παρουσία της βασιλομήτορος Ελένης, κατά την επιστροφή της από τους Αγίους Τόπους, όπου, ως γνωστό, είχε σταλεί απ' τον Μεγάλο βλαστό της κατά θεία υπόδειξη. Η ίδια παράδοση αποδίδει στην Αγία Ελένη, και άρα έμμεσα και στον υιό της, την ίδρυση της καθ' ημάς Μονής του Τιμίου Σταυρού, την οποία τότε προικοδότησε με τα άγια Σύμβολα του Δεσποτικού Πάθους (τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου, ένα από τους αγίους Ήλους και τον Σταυρό του Καλού Ληστού).
Πόσα άραγε δεν οφείλει σήμερα ο χριστιανικός κόσμος στη βασιλική τούτη δυάδα, την οποία, δίκαια και θεόπνευστα, η Εκκλησία μας κατέταξε στον χορό των Αγίων, απονέμοντάς τους επάξια και τον τίτλο των ισαποστόλων;
πηγή: kouinet.gr